Η μαγειρίτσα μιας ξενιτεμένης

Όσοι έχουν ζήσει ή ζουν στο εξωτερικό, θα με καταλάβουν. Οι υπόλοιποι ίσως απλώς γελάσουν με την περιπέτεια που βίωσα για να ετοιμάσω πριν από χρόνια ένα παραδοσιακό ελληνικό τραπέζι, μέσα σε ένα σπίτι γεμάτο φοιτητές από διάφορα σημεία του πλανήτη. Δεν πειράζει, αφού τα έβγαλα πέρα με τον Βρετανό χασάπη, αντέχω τα πάντα. Το να βρίσκεσαι μακριά από τους δικούς σου ανθρώπους τις ημέρες των εορτών είναι έτσι κι αλλιώς μια υπόθεση αρκετά σπαρακτική. Νοσταλγείς τη μαγειρίτσα της μάνας, τα κόκκινα αυγά της γιαγιάς με τα κιτς αυτοκόλλητα, το τσουρέκι από το φούρνο στη γωνία (που η μυρωδιά του σπάει τη μύτη σου κάθε πρωί) και φυσικά το ψήσιμο του αρνιού συνοδεία μεθυσμένων κακόφωνων συγγενών. Για να μην το ρίξεις στα δακρύβρεχτα τηλεφωνήματα (ή βιντεοκλήσεις πλέον), σκέφτεσαι να ετοιμάσεις το τραπέζι μόνος σου στην ξενιτιά.

Αρκετά χρόνια πριν, αυτή η φαεινή ιδέα καρφώθηκε στο δικό μου κεφάλι, χωρίς όμως να γνωρίζω πώς φτιάχνεται η μαγειρίτσα. Μικρή η δυσκολία αφού η μητέρα ενημέρωσε με (ελάχιστα δακρύβρεχτο) τηλεφώνημα και έτσι κι αλλιώς είχα τη φήμη της καλής μαγείρισσας που τα “πιάνει εύκολα”. Όταν φτάσαμε στο σημείο της συκωταριάς, έγινε το πρώτο κακό. Πώς θα ζητούσα συκωταριά και εντόσθια από τον Βρετανό κρεοπώλη θεέ μου;

Με αυτή τη σκέψη κίνησα για τον χασάπη στην υπαίθρια αγορά (κοινώς λαϊκή) της μικρής κωμόπολης στη βόρεια Αγγλία. “Yes, hello, I would like the intestines, the inwards τέλος πάντων and the liver from a lamb please” είπα αεράτη στον γλυκούλη τύπο με τα ροζ μαγουλάκια. Είναι πολύ πιθανό η έκφραση του προσώπου του εκείνη τη στιγμή να ήταν η πιο απαθής έκφραση που έχει υπάρξει στην ιστορία της απαθούς έκφρασης παγκοσμίως. Πέρασαν λίγα λεπτά απόλυτου κενού, ο χρόνος -είμαι απολύτως σίγουρη ότι- είχε σταματήσει, τα σύννεφα έτρεχαν γοργά στον ουρανό σαν σε time lapse και ορκίζομαι ότι νύχτωσε πιο γρήγορα απ’ ότι συνήθως. “Πες του κάτι, οτιδήποτε θα σπάσει την αμηχανία, μίλα, μίλαααα” φώναζε η σκέψη στο κεφάλι μου αλλά τίποτα. Κάποια στιγμή που πλέον πίστεψα ότι είτε θα φιληθούμε με τον άνθρωπο για να σπάσουμε την ένταση ή θα φύγω με το κεφάλι χαμηλά, πήρα βαθιά ανάσα και τόλμησα ξανά: “Ok, listen, I’m Greek and I need to cook a traditional recipe. Can you at least give me the liver of the lamb please”? Ορκίζομαι ότι αν του είχα πει ότι έχω πάρει κάτι ιδέες από τη “Σιωπή των Αμνών” για μαγειρική, πάλι με τον ίδιο τρόπο θα με κοιτούσε. Τελικά έφυγα με ένα μοσχαρίσιο συκώτι, ένα αρνίσιο μπούτι και το κεφάλι χαμηλά (δεν το απέφυγα).

Δεν το έβαλα κάτω όμως. Θα έφτιαχνα τη μαγειρίτσα έστω και με ένα μοσχαρίσιο συκώτι.

Φρέσκα κρεμμυδάκια είχα, άνηθο είχα, μαρούλια είχα, αυγά, λεμόνια, όλα καλά. “Με τα αυγά όμως τι γίνεται;” σκέφτηκα απελπισμένη. Κάπου εκεί επιστράτευσα όσα θυμόμουν από το εβραϊκό σόι του πατριού μου. Οι Εβραίοι κάθε Πέσσαχ (το δικό τους Πάσχα) βάφουν τα αυγά με δικό τους, φυσικό τρόπο. Τα αυγά της ”καμινάδας” (huevos haminados όπως καθιερώθηκαν στα Ισπανοεβραϊκά Sefaradi της Θεσσαλονίκης) αποκτούν ένα βαθύ κεραμιδί χρώμα και, για να είμαι ειλικρινής, είναι πολύ πιο νόστιμα από εκείνα με την τεχνητή βαφή. Θα σας γράψω τη συνταγή για να δοκιμάσετε και μόνοι σας. Τα δάκρυα βεβαίως δεν τα γλύτωσα αφού χρειάστηκε να καθαρίσω ΠΟΛΛΑ κρεμμύδια για να τα πετύχω σωστά αλλά έπρεπε να δω τα πρόσωπα των φοιτητών του σπιτιού τη στιγμή που θα τους έλεγα να τσουγκρίσουμε αυγά. Αξία ανεκτίμητη. Και έτσι έγινε.

Τι κι αν τελικά φάγαμε μόνο δύο άνθρωποι από τη μαγειρίτσα; Δύσκολο πράγμα να πείσεις ένα τσούρμο αλλοδαπούς να φάνε συκώτι ψιλοκομμένο μέσα σε ένα πράσινο ζουμί (που ακόμη και με μπασταρδεμένη συνταγή ήταν μούρλια, να το πω). Πολύ δύσκολο. Δεν την άγγιξαν. Δεν δυσκολεύτηκα βεβαίως καθόλου να τους πείσω να φάνε το αρνί με τις πατάτες στο φούρνο. Το μόνο πρόβλημα ήταν ότι όλοι ζητούσαν gravy. “Τι gravy μωρέ”, ήθελα να τους φωνάξω, “δεν φτιάχνω Sunday’s Roast”. Να ‘ναι καλά το Tesco με τους έτοιμους κύβους αρνίσιου ζωμού που έσωσαν την κατάσταση. Όταν ήρθε η ώρα των αυγών, όλοι κοιτούσαν καλά-καλά και τα περιεργάζονταν λες και ήταν αυγά στρουθοκαμήλου Προ Χριστού. Χρειάστηκε πρώτα να φάω ένα για να πειστούν ότι δεν θέλω να τους ξεπαστρέψω ώστε να μείνω στο σπίτι μόνη μου. Για το τσούγκρισμα δεν θέλω να επεκταθώ. Θα πω μόνο ότι μαζεύαμε τσόφλια από τους τοίχους μέχρι την επόμενη ημέρα. Α, ναι, τσουρέκι δεν έφτιαξα. Δεν είχα άλλες αντοχές.

Αυγά της Καμινάδας της γιαγιάς Μαίντης

Υλικά:

  • 10 – 12 μεγάλα αυγά
  • 1 kg κατακόκκινα κρεμμύδια
  • Λίγο λάδι
  • Μπόλικο ξύδι για να γυαλίζουν και να ξεφλουδίζονται σωστά
  • 1 κουταλιά Ελληνικό καφέ
  • Πιπέρι
  • Αλάτι (αρκετό)
  • Αν βρίσκεται διαθέσιμο ένα μεγάλο κόκκαλο με μεδούλι ή ζωμός κρέατος.

Εκτέλεση:

Ξεφλουδίζουμε τα κρεμμύδια και ρίχνουμε της εξωτερικές φλούδες τους στην κατσαρόλα μαζί με όλα τα υλικά και νερό μέχρι να σκεπαστούν. Τα αφήνουμε να βράζουν σε πολύ χαμηλή φωτιά για 7-10 ώρες.

Πάντα (έτρωγα),
Αντιγόνη

2 σχόλια
  1. Ο/Η marinakikare λέει:

    Μου άρεσε πολύ το κείμενο! Σπούδασα Ιταλία και έζησα παρόμοιες ιστορίες! Καλή Ανάσταση

  2. Ο/Η Evi Gnostopoulou λέει:

    Γέλασα πάρα πολύ με το κείμενο. Έχω χρόνια στο εξωτερικό και σε νιώθω τρελά. Ειχα παρόμοια εμπειρία με Ελβετό χασάπη. Τώρα ζω στην Ολλανδία και ήθελα να κάνω κι εγώ μαγειρίτσα με μοσχαρίσιο συκώτι. Έχεις τρομερό ταλέντο με το κείμενο. Καλή Ανάσταση και φέτος!

Θέλουμε την γνώμη σας!

Διάβασε επίσης

Designed by Michael Meimaroglou Creative Studio | Developed by